νύσας

νύσας
νύσᾱς , νύσα
Nysa
fem acc pl
νύσᾱς , νύσα
Nysa
fem gen sg (doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Νύσας — Νύσᾱς , Νύση fem acc pl Νύσᾱς , Νύση fem gen sg (doric aeolic) Νύ̱σᾱς , Νῦσα Nysa fem acc pl Νύ̱σᾱς , Νῦσα Nysa fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ιράν — Επίσημη ονομασία: Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν Παραδοσιακή ονομασία: Περσία Έκταση: 1.648.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 65.540.226 (2002) Πρωτεύουσα: Τεχεράνη (6.758.845 κάτ. το 1996)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με το… …   Dictionary of Greek

  • Άκουφις — (4ος αι. π.Χ.). Άρχοντας της Νύσας, πόλης της Ινδικής, που παρακάλεσε τον Μέγα Αλέξανδρο να μείνει η χώρα του αυτόνομη. Ο Αλέξανδρος έβαλε τον Ά., που ήταν ηλικιωμένος, να καθήσει σε ένα μαξιλάρι, και του ζήτησε ως ομήρους εκατό από τους ευγενείς …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”